Γκουέρνικα

Γκουέρνικα
(Guernica).Πόλη (15.485 κάτ. το 1998) της Ισπανίας, στην επαρχία Βισκάια (Vizcaya). Καταστράφηκε εντελώς το 1937 κατά τον εμφύλιο πόλεμο της χώρας, όταν τη βομβάρδισαν γερμανικά αεροπλάνα που πολεμούσαν στην υπηρεσία της φασιστικής παράταξης του στρατηγού Φράνκο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • νεορεαλισμός — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η σημαντικότερη παραγωγή του ιταλικού κινηματογράφου μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο. Πολυάριθμες υπήρξαν αυτά τα χρόνια οι προσπάθειες να τοποθετηθεί από κριτική άποψη ο ν., να καθοριστούν τα όριά του με ακρίβεια… …   Dictionary of Greek

  • Πικάσο, Πάμπλο Ρούιθ — (Picasso, Μάλαγα 1881 – Νίκαια 1973). Ισπανός ζωγράφος, χαράκτης, γλύπτης και κεραμουργός. Από το 1891 ο πατέρας του, καθηγητής του σχεδίου, αναγνώρισε την ιδιοφυΐα του. Το 1895 ο Π. φοιτά στη Σχολή Καλών Τεχνών της Βαρκελόνης και αργότερα… …   Dictionary of Greek

  • έκθεση — Γενικός όρος, με τον οποίο στον τομέα της παραγωγής (υλικής, τεχνολογικής, πνευματικής και καλλιτεχνικής), του εμπορίου και της προπαγάνδας (ακόμα και με την πιο ευρεία έννοιά της) υποδηλώνεται η συγκέντρωση σε καθορισμένο τόπο και χρόνο… …   Dictionary of Greek

  • Αραμπάλ, Φερνάντο — (Fernando Arrabal, Μελίγια 1932 –). Ισπανός μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Τα θεατρικά του έργα σφραγίζονται από μια ατμόσφαιρα έντονης φρίκης, όπως συμβαίνει και στο πρώιμο θέατρο του Ανταμόβ, και κυριαρχούνται από χαρακτήρες με μια… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Κέστεν, Χέρμαν — (Herman Kesten, Νυρεμβέργη 1900 – Ελβετία 1996). Γερμανός συγγραφέας. Μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1933 και εγκαταστάθηκε στη Ρώμη μετά τον πόλεμο. Πιστός στο πρότυπο της Νέας πραγματικότητας και σε έναν δημοκρατικό ριζοσπαστισμό, υπήρξε επικριτικός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”